Περιγραφή
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΣΤΥΛ ΤΟΥ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ
Δύο πράγματα χαρακτηρίζουν το συγγραφικό στυλ του Θερβάντες, αρκετά στον α’ τόμο – πολύ έντονα στον β’. Η απρόβλεπτη, από πλευράς αναγνώστη, φυσικότατη όμως και πολύ εύλογη εξέλιξη των γεγονότων, απ’ την οποία και κεντρίζεται όλο και περισσότερο το αναγνωστικό ενδιαφέρον, αυτό δηλαδή που συνηθίζεται τελευταία να ονομάζεται με την αγγλική λέξη suspense, αφ’ ενός, και ο πολύ έμμεσος τρόπος με τον οποίο λέει τα πράγματα ο Θερβάντες, τόσο που να χρειάζεται κάποια μύηση του αναγνώστη, ώστε να μπορεί να πιάνει και τον τελευταίο, αδιόρατα και καλοκάγαθα ειρωνικό, απόηχο αυτής της εξιστόρησης, αφ’ ετέρου. Κάτι άλλο που έχει σχέση με τον τρόπο σύνταξης της κάθε φράσης και που χαρακτηρίζει λίγο-πολύ όλους τους Ισπανούς μπαροκικούς πεζογράφους, ιδιαίτερα όμως τον Θερβάντες, είναι οι μακριές και περίπλοκες φράσεις, καθώς επίσης η μη επανάληψη της ίδιας λέξης στην ίδια φράση. Αυτό το τελευταίο έχει σαν συνέπεια να αναρωτιέται πότε-πότε ο αναγνώστης τι θέλει να πει σ’ αυτή τη φράση ο συγγραφέας, τόσο που να χρειάζεται κάποια επεξηγηματική υποσημείωση από πλευράς μεταφραστή, που σκόπιμο είναι να διατηρεί κι αυτός τον δυσεξήγητο τρόπο γραφής στη μετάφρασή του.
Αυτό το περίπλοκο συγγραφικό στυλ είναι πολύ περισσότερο έντονο στον β’ τόμο απ’ ό,τι στον α’ και διερωτάται κανείς γιατί να συμβαίνει αυτό. Η μόνη εξήγηση είναι ότι στον β’ τόμο ο Θερβάντες γίνεται συχνά κατήγορος του κατεστημένου, με τον τρόπο του βέβαια, όπως στην περίπτωση του δουκικού ζευγαριού, πράγμα που τον αναγκάζει να μην είναι και πολύ κατανοητός, για λόγους ασφαλείας. Άλλωστε με τους σκωπτικούς και καυστικούς σχολιασμούς ο Θερβάντες απευθύνεται στους μορφωμένους κι έξυπνους αναγνώστες του, που απ’ αυτούς, κι όχι απ’ το πολύ πλήθος, περιμένει κάποια βελτίωση της κατάστασης. Μπορεί οι πολλοί αναγνώστες, και ιδίως το μεγάλο πλήθος των “ακροατών”, που, όντας αγράμματοι, “ακούγαν” το διάβασμα των βιβλίων καθισμένοι γύρω απ’ τον αναγνώστη-εκφωνητή, να μην έπιαναν κι επομένως να μη χαίρονταν αυτούς τους αδιόρατους κι έντεχνα καμουφλαρισμένους σχολιασμούς, φρόντιζε όμως ο Θερβάντες να τους συναρπάζει κι αυτούς τόσο με τους διάλογους του – ιδίως μ’ αυτά που λέει ο Σάντσο – όσο και με τα χίλια δυο αστεία και κωμικά περιστατικά απ’ τα οποία βρίθει το βιβλίο. Γίνονταν λοιπόν λίγοι και πολλοί, αναγνώστες κι “ακροατές”, θερμοί διαδότες και προπαγανδιστές της λογοτεχνικής αξίας του Θερβάντες.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του θερβαντικού συγγραφικού στυλ είναι η λεπτή και διακριτική ειρωνεία με την οποία παρουσιάζει πρόσωπα και πράγματα, χωρίς να χρειάζεται να κάνει λεπτομερείς περιγραφές πράξεων και περιβάλλοντος, κάτι που έχει και πάλι απήχηση στους λίγους και διαλεχτούς κι όχι στους πολλούς και χοντροκομμένους.
Εκείνο όμως που κάνει μεγάλη εντύπωση στον αναγνώστη, τον μυημένο όχι μόνο στην πεζογραφία της εποχής, μα και στην πιο σύγχρονη πεζογραφία, είναι το προσωπικό ύφος με το οποίο ο Θερβάντες εκφράζει τα ανθρώπινα συναισθήματα και περιγράφει τα φυσικά φαινόμενα.[…] (Από την εισαγωγή της έκδοσης)